Στην Αγία Τριάδα, όλα τα σπίτια ήταν χαμηλά. Τότε υπήρχε μόνο το ηλεκτρικό εργοστάσιο και ένα χυτήριο. Δίπλα στο
καπνοκοπτήριο, που τότε λειτουργούσε, υπήρχε ένα παλαιότατο κτήριο με κεραμίδια και σπασμένα τζάμια όπου πήγαινα σχολείο.
Στην περιοχή λειτουργούσε το παλιό σαπωνοποιείο, του Στεφανίδη, που είχε μια καπνοδόχο μεγάλη. Είχε κάτι μεγάλα καζάνια που έβραζαν και το μίγμα το έχυναν σε φόρμες μέσα σε κανάλια, 50-60 πόντους. Μετά ένας μάστορας είχε μια πρέσα το χτυπούσε, τακ- τακ- τακ και το έκοβε. Τα θρύψαλα που έμεναν τα πετούσαν κάτω στη θάλασσα, στο πρανές. Με έστελνε η μάνα μου με ένα καλαθάκι και μάζευα τα θρύψαλα και είχαμε στο σπίτι μας σαπούνι...
Ακριβώς απέναντι από την Ηλεκτρική υπήρχε ένα μεγάλο περιβόλι με ένα μαγκανοπήγαδο μεγάλο που το γύριζε ένα άλογο για να βγάζει νερό και από εκεί ποτιζόταν φρούτα, μαρούλια, κρεμμύδια, μαϊντανοί, που τροφοδοτούσαν την κεντρική αγορά της πόλης. Το καλοκαίρι που ξεραινόταν όλα, εμείς τα παιδιά, μετατρέπαμε το περβόλι σε στάδιο, για να γυμναζόμαστε. Το ασβεστώναμε γύρω-γύρω και ανοίγαμε ένα λάκκο, όπου βάζαμε άμμο για να κάνουμε άλματα και ασκήσεις...